οζοβρωμία

οζοβρωμία
η
(φωτογρ.) παλαιά μέθοδος για την εκτύπωση φωτογραφιών που χρησιμοποιούσε χρωστικές ύλες για τον σχηματισμό τής εικόνας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. ozobromie (< όζον* + βρώμιο < βρώμος / βρόμος «κακοσμία»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • οζοτυπία — η μέθοδος παραγωγής φωτογραφιών που έχει ως βάση την οζοβρωμία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. ozotypie (< όζον* + τυπία < τύπος < τύπτω)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”